8:00 - 22:00

Ώρες Λειτουργίας Δευτ- Παρασκευή.

213 0266195

Τηλ. 24ωρης εξυπηρέτησης

Facebook

Instagram

Search
 

Κεφάλαιο 1. Πολιτικές και νομοθεσία. Έγκλημα που σχετίζεται με τα ναρκωτικά

ΜΕΡΙΜΝΑ ΖΩΗΣ > Στήλες  > Απεξάρτηση  > Κεφάλαιο 1. Πολιτικές και νομοθεσία. Έγκλημα που σχετίζεται με τα ναρκωτικά

Κεφάλαιο 1. Πολιτικές και νομοθεσία. Έγκλημα που σχετίζεται με τα ναρκωτικά

Πλαίσιο 1: Αναφορές σχετικά με τη σχέση ναρκωτικών-εγκληματικότητας
Στην Τσεχική Δημοκρατία το 2005 στα περιφερειακά αρχηγεία της αστυνομίας πραγματοποιήθηκε έρευνα για δεύτερη συνεχή χρονιά σχετικά με την εγκληματικότητα που σχετίζεται με τα ναρκωτικά. Εκτιμάται ότι το 2004 περίπου 62 % των αδικημάτων παρασκευής/διανομής ναρκωτικών, 25 % των αδικημάτων που αφορούν απάτες, 21 % των αξιόποινων πράξεων που αφορούν καταχρήσεις πόρων/περιουσιακών στοιχείων και 20 % των κοινών κλοπών διαπράχθηκαν από χρήστες ναρκωτικών με σκοπό την αγορά ναρκωτικών για ιδία χρήση (εθνική έκθεση της Τσεχικής Δημοκρατίας).
Έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2004 σε 15χρονους και 16χρονους στη Φινλανδία έδειξε ότι περίπου 7 % όσων είχαν κάνει χρήση κάνναβης κατά το τελευταίο έτος είχαν χρηματοδοτήσει τη χρήση τους παράνομα, οι περισσότεροι από τους μισούς πουλώντας ναρκωτικά και οι υπόλοιποι κυρίως διαπράττοντας κλοπές (Kivivuori κ.ά., 2005, αναφορά στην εθνική έκθεση της Φινλανδίας).
Στην Ιρλανδία δύο μελέτες που πραγματοποιήθηκαν από την ερευνητική μονάδα Garda το 1996 και το 2000/01 σε δείγμα σεσημασμένων χρηστών ναρκωτικών εκτίμησαν ότι οι χρήστες ναρκωτικών ευθύνονταν για 66 % των ποινικά διώξιμων εγκλημάτων που διερευνήθηκαν το 1996 και για 28 % το 2000/01 (Keogh, 1997• Furey και Browne, 2003, αναφορά στην εθνική έκθεση της Ιρλανδίας). Στη μελέτη του 2000/01 διαπιστώθηκε ότι οι χρήστες οπιοειδών ευθύνονταν για 23 % των διερευνηθέντων αδικημάτων που αφορούν κλοπές και 37 % που αφορούν διαρρήξεις.

Τα στοιχεία που αφορούν τις τρεις πρώτες κατηγορίες εγκλημάτων στην ΕΕ είναι σπάνια ή αποσπασματικά. Ορισμένα προέρχονται από ειδικές τοπικές μελέτες από τις οποίες είναι δύσκολο να παρεκταθούν, ενώ άλλα αναφέρονται σε κάποια συγκεκριμένη μορφή εγκλήματος που σχετίζεται με τα ναρκωτικά.

Τα στοιχεία που αφορούν τις «αναφορές» για παραβιάσεις της νομοθεσίας περί ναρκωτικών είναι διαθέσιμα σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και αναλύονται στην παρούσα έκθεση. Απηχούν διαφορές στις εθνικές νομοθεσίες, αλλά και τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους εφαρμόζονται και επιβάλλονται οι νόμοι, και διαφορές στις προτεραιότητες και στους πόρους που διατίθενται για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων αδικημάτων από τις αρχές της ποινικής δικαιοσύνης. Επίσης, τα συστήματα πληροφοριών σχετικά με αδικήματα της νομοθεσίας περί ναρκωτικών ποικίλλουν σημαντικά μεταξύ των χωρών, ιδίως όσον αφορά τις διαδικασίες καταγραφής και αναφοράς, δηλαδή ποια στοιχεία καταγράφονται, πότε και με ποιο τρόπο. Επειδή οι διαφοροποιήσεις αυτές καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολες τις συγκρίσεις μεταξύ των χωρών της ΕΕ, κρίνεται πιο σκόπιμη η σύγκριση τάσεων παρά απόλυτων αριθμών.

Κατά τη διάρκεια της πενταετίας 1999–2004, ο αριθμός των «αναφορών» αδικημάτων που εμπίπτουν στη νομοθεσία περί ναρκωτικών αυξήθηκε συνολικά στις περισσότερες χώρες της ΕΕ (στην πραγματικότητα σε όλες τις χώρες που υπέβαλαν εκθέσεις εκτός της Ιταλίας και της Πορτογαλίας• ιδιαίτερα αξιοσημείωτη αύξηση – διπλασιασμός ή υπερδιπλασιασμός – καταγράφηκε στην Εσθονία, τη Λιθουανία, την Ουγγαρία και την Πολωνία). Το 2004, η αυξητική αυτή τάση επιβεβαιώθηκε στις περισσότερες χώρες που υπέβαλαν εκθέσεις, αν και ορισμένες χώρες ανέφεραν μείωση το περασμένο έτος – Τσεχική Δημοκρατία, Ελλάδα, Λεττονία, Λουξεμβούργο, Πορτογαλία, Σλοβενία (από το 2001), Σλοβακία, Φινλανδία και Βουλγαρία.

Στα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ η πλειονότητα των αδικημάτων που εμπίπτουν στο νόμο περί ναρκωτικών εξακολουθεί να σχετίζεται με τη χρήση ή την κατοχή για χρήση ναρκωτικών, σε ποσοστό επί του συνόλου των αδικημάτων που αφορούν τα ναρκωτικά που κυμάνθηκε το 2004 από 61 % στην Πολωνία έως 90 % στην Αυστρία. Στην Τσεχική Δημοκρατία, το Λουξεμβούργο, τις Κάτω Χώρες και την Τουρκία, τα συχνότερα αναφερόμενα αδικήματα που εμπίπτουν στη νομοθεσία περί ναρκωτικών αφορούσαν την εμπορία ή διακίνηση, με το ποσοστό επί του συνόλου των αδικημάτων που αφορούν τα ναρκωτικά να κυμαίνεται από 48 % στο Λουξεμβούργο έως 93 % στην Τσεχική Δημοκρατία.

Κατά τη διάρκεια της ίδιας πενταετούς περιόδου, ο αριθμός των αδικημάτων που αφορούν χρήση/κατοχή για χρήση αυξήθηκε συνολικά σε όλες τις χώρες που υπέβαλαν εκθέσεις, εξαιρουμένων της Ιταλίας, της Πορτογαλίας, της Σλοβενίας, της Βουλγαρίας και της Τουρκίας, οι οποίες ανέφεραν πτωτική τάση. Το ποσοστό των αδικημάτων αυτών επί του συνόλου των αδικημάτων που εμπίπτουν στη νομοθεσία περί ναρκωτικών επίσης αυξήθηκε στις περισσότερες χώρες που υπέβαλαν εκθέσεις κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου, μολονότι ο ρυθμός της αύξησης ήταν σε γενικές γραμμές χαμηλός, με εξαίρεση την Κύπρο, την Πολωνία και τη Φινλανδία, όπου αναφέρθηκαν σημαντικότερες ανοδικές τάσεις. Ωστόσο στο Λουξεμβούργο, την Πορτογαλία, τη Βουλγαρία και την Τουρκία, το ποσοστό των αδικημάτων που αφορούν τα ναρκωτικά και ειδικότερα χρήση/κατοχή για χρήση παρουσίασε συνολική μείωση.

Στα περισσότερα κράτη μέλη, η κάνναβη εξακολουθεί να αποτελεί το παράνομο ναρκωτικό που αφορούν συχνότερα τα αναφερόμενα αδικήματα περί τα ναρκωτικά. Στις χώρες όπου συμβαίνει αυτό, τα αδικήματα που σχετίζονται με την κάνναβη αντιπροσώπευαν το 2004 από 34 % έως 87 % του συνόλου των αδικημάτων που αφορούν τα ναρκωτικά. Στην Τσεχική Δημοκρατία και τη Λιθουανία κυριάρχησαν τα αδικήματα που σχετίζονται με τις αμφεταμίνες, αντιπροσωπεύοντας, αντίστοιχα, το 50 % και το 31 % του συνόλου των αδικημάτων που εμπίπτουν στη νομοθεσία περί ναρκωτικών, ενώ στο Λουξεμβούργο η κοκαΐνη ήταν η συχνότερα αναφερόμενη ουσία (στο 43 % των αδικημάτων που αφορούν τα ναρκωτικά).

Την περίοδο 1999–2004, ο αριθμός των «αναφορών» αδικημάτων που αφορούν τα ναρκωτικά που σχετίζονται με την κάνναβη αυξήθηκε γενικά στην πλειονότητα των χωρών που υπέβαλαν εκθέσεις, ενώ μείωση σημειώθηκε σε Ιταλία και Σλοβενία. Κατά την ίδια περίοδο, το ποσοστό των αδικημάτων που αφορούν τα ναρκωτικά που σχετίζονται με την κάνναβη αυξήθηκε στη Γερμανία, την Ισπανία, τη Γαλλία, τη Λιθουανία, το Λουξεμβούργο, την Πορτογαλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Βουλγαρία, ενώ παρέμεινε γενικά στα ίδια επίπεδα στην Ιρλανδία και τις Κάτω Χώρες και μειώθηκε στο Βέλγιο, την Ιταλία, την Αυστρία, τη Σλοβενία και τη Σουηδία. Μολονότι σε όλες τις χώρες που υπέβαλαν εκθέσεις (με εξαίρεση την Τσεχική Δημοκρατία και τη Βουλγαρία και για λίγα έτη το Βέλγιο) η κάνναβη κυριαρχεί περισσότερο στα αδικήματα που αφορούν χρήση/κατοχή από ό, τι στα υπόλοιπα αδικήματα που εμπίπτουν στη νομοθεσία περί ναρκωτικών, το ποσοστό των αδικημάτων που σχετίζονται με τη χρήση κάνναβης παρουσιάζει μείωση από το 1999 σε ορισμένες χώρες – δηλαδή στην Ιταλία, την Κύπρο (2002–04), την Αυστρία, τη Σλοβενία και την Τουρκία (2002–04) – και μειώθηκε το περασμένο έτος (2003–04) στις περισσότερες χώρες που υπέβαλαν εκθέσεις, γεγονός που ενδεχομένως υποδεικνύει περιορισμό της στόχευσης των χρηστών κάνναβης από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου στις χώρες αυτές.

Κατά την ίδια πενταετή περίοδο, ο αριθμός των «αναφορών» ή/και το ποσοστό των αδικημάτων περί τα ναρκωτικά που σχετίζονται με την ηρωίνη μειώθηκε στην πλειονότητα των χωρών που υπέβαλαν εκθέσεις, με εξαίρεση το Βέλγιο, την Αυστρία, τη Σλοβενία και τη Σουηδία, οι οποίες ανέφεραν ανοδικές τάσεις στον αριθμό των «αναφορών» που αφορούν την ηρωίνη ή/και στο ποσοστό αδικημάτων που αφορούν τα ναρκωτικά και ειδικότερα την ηρωίνη.

Αντίθετη τάση παρατηρείται στα αδικήματα που σχετίζονται με την κοκαΐνη: από την άποψη τόσο των αναφορών όσο και του ποσοστού επί του συνόλου των αδικημάτων που αφορούν τα ναρκωτικά, τα αδικήματα που σχετίζονται με την κοκαΐνη παρουσιάζουν αύξηση από το 1999 στις περισσότερες χώρες που υποβάλλουν στοιχεία. Η Βουλγαρία είναι η μοναδική χώρα που αναφέρει πτωτική τάση στα αδικήματα που σχετίζονται με την κοκαΐνη (τόσο στον αριθμό όσο και στα ποσοστά επί των αδικημάτων που αφορούν τα ναρκωτικά).

Πλαίσιο 2: Ευρωπαϊκές πολιτικές για τα ναρκωτικά:
πρέπει να επεκταθούν πέραν των παράνομων ναρκωτικών;,
στην ετήσια έκθεση του ΕΚΠΝΤ για το 2006: επιλεγμένα θέματα
Στην Ευρώπη το πεδίο εφαρμογής των πολιτικών για τα ναρκωτικά αρχίζει να επεκτείνεται πέραν των παράνομων ναρκωτικών και να περικλείει άλλες εθιστικές ουσίες ή ακόμα και μορφές συμπεριφοράς. Αυτό διαπιστώνεται στις πολιτικές για τα ναρκωτικά ορισμένων κρατών μελών και στις στρατηγικές της ΕΕ για τα ναρκωτικά. Ολοένα και περισσότερο, η έρευνα ασχολείται με το θέμα του εθισμού ή των εθιστικών συμπεριφορών ανεξαρτήτως ουσίας. Το επιλεγμένο θέμα για την αυξανόμενη προσοχή που δίνεται στο πλαίσιο εθνικών στρατηγικών ή εγγράφων πολιτικής στις νόμιμες ουσίες ή στον ίδιο τον εθισμό έχει στόχο να φωτίσει για πρώτη φορά αυτό το νέο φαινόμενο στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μολονότι στις στρατηγικές για τα ναρκωτικά δεν γίνεται πάντοτε αναφορά σε νόμιμες ναρκωτικές ουσίες ή εθισμούς, στο επιλεγμένο θέμα διαπιστώνεται ότι πολλά προγράμματα πρόληψης και, σε ορισμένες χώρες, θεραπευτικά μέτρα εφαρμόζονται τόσο για τις νόμιμες όσο και για τις παράνομες ναρκωτικές ουσίες, στοχεύοντας κατά προτεραιότητα τα παιδιά και τους νέους. Η αργή ενσωμάτωση, σε στρατηγικό ή θεσμικό επίπεδο, των νόμιμων ναρκωτικών ουσιών στην πολιτική και τα μέτρα κατά των παράνομων ναρκωτικών ουσιών φαίνεται να αποτελούν όλο και πιο συχνό φαινόμενο.
Αυτό το επιλεγμένο θέμα είναι διαθέσιμο σε έντυπη μορφή και στο Διαδίκτυο μόνον στην αγγλική γλώσσα (http://issues06.emcdda.eu.int).

Δεν υπάρχουν σχόλια

Σχολιάστε