8:00 - 22:00

Ώρες Λειτουργίας Δευτ- Παρασκευή.

213 0266195

Τηλ. 24ωρης εξυπηρέτησης

Facebook

Instagram

Search
 

Χρήση ψυχοτρόπων ουσιών: Μύθοι και πραγματικότητα

ΜΕΡΙΜΝΑ ΖΩΗΣ > Στήλες  > Απεξάρτηση  > Χρήση ψυχοτρόπων ουσιών: Μύθοι και πραγματικότητα

Χρήση ψυχοτρόπων ουσιών: Μύθοι και πραγματικότητα

Ακούγοντας τις λέξεις ναρκωτικά, τοξικομανής, θεραπεία, έχουμε όλοι στο μυαλό μας συγκεκριμένες εικόνες, αναπαραστάσεις και σημασίες για το τι είναι καθένα από αυτά. Μπορεί να διαφοροποιούμαστε σε σχέση με την οπτική του καθενός, αυτό που όμως κυριαρχεί είναι στερεοτυπικού τύπου αντιλήψεις και βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις. Για παράδειγμα, σε σχέση με τα ίδια τα ναρκωτικά υπήρχε και υπάρχει σε πολύ κόσμο ο φαντασιακός διαχωρισμός σε «σκληρά και μαλακά». Αυτό ερμηνευόταν βάσει της σωματικής εξάρτησης που προκαλούσε το καθένα από αυτά. Όταν όμως άρχισαν να εμφανίζονται ψυχιατρικού τύπου προβλήματα, καθώς και προβλήματα συγκέντρωσης και μνήμης σε νέους που είχαν ξεκινήσει σε εφηβική ηλικία την χρήση κάνναβης, τότε άρχισαν κάποιοι επιστήμονες να διερωτώνται αν πράγματι υφίσταται αυτός ο διαχωρισμός.

Στην πρόσφατη ετήσια έκθεση της Διεθνής Επιτροπής του Ο.Η.Ε. για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών (INCB) διαπιστώνεται πως η κάνναβη έχει γίνει η πιο διαδεδομένη ουσία παγκοσμίως, έχουν αναπτυχθεί πιο δραστικές μορφές της και επιστημονικές ενδείξεις την συνδέουν με σχιζοφρένεια και ψυχωσικές διαταραχές.

Όσον αφορά, την εικόνα του χρήστη θεωρείται πως είναι παιδί χωρισμένων γονιών ή «προβληματικών» οικογενειών, συχνάζει στην Ομόνοια, τρυπιέται με ενέσεις κ.α.

Σε σχέση με την θεραπευτική αντιμετώπιση, μέχρι πρότινος μονοδιάστατες προσεγγίσεις (κοινότητες, μεθαδόνη) παρουσιάζονταν σαν μοναδικές λύσεις για αυτό το πρόβλημα.

Η πραγματικότητα όμως τείνει να ξεπερνά αυτές τις αντιλήψεις, οι οποίες απομυθοποιούνται με γοργούς ρυθμούς. Αυτό οφείλεται σε δυο λόγους, ο πρώτος σχετίζεται με το μέγεθος του προβλήματος που υπάρχει σε μη «διαλυμένες» οικογένειες και τη διαπίστωση πως ο πληθυσμός χρηστών της πλατείας Βάθης αποτελεί μικρό ποσοστό του «σκοτεινού» αριθμού των χρηστών, ενώ ο δεύτερος είναι απόρροια της χαμηλής αποτελεσματικότητας των κυρίαρχων θεραπευτικών προγραμμάτων.

Παρατηρούμε οπότε πως οι αντιλήψεις για το φαινόμενο της τοξικοεξάρτησης μόνο ως μύθοι μπορούν να προσληφθούν. Ποια είναι όμως η πραγματικότητα και πως μπορούμε να δράσουμε για να την αντιμετωπίσουμε;

Για να απαντηθεί η παραπάνω ερώτηση πρέπει πρώτα να απαντηθούν άλλες τέσσερις βασικές μεταβλητές του προβλήματος:

– Ποιο είναι το προφίλ του χρήστη;

– Υπάρχουν τέλεια θεραπευτικά μοντέλα;

– Αν και έχουν γίνει πολλές προσπάθειες τα τελευταία χρόνια, γιατί το πρόβλημα διογκώνεται; Ποιοι δείκτες φανερώνουν την πορεία του φαινομένου;

Σε σχέση με το προφίλ του χρήστη θα αναφέρουμε κάποια στοιχεία που προκύπτουν από έρευνα τις “Μέριμνα Ζωής” ΜΚΟ για το έτος 2007. Συχνότερη ηλικία δοκιμής κάνναβης είναι 14-16 χρονών, το 57,6 % έχει ολοκληρώσει το λύκειο και το 45% είναι άνεργοι. Μόνο το 24% αντιμετώπιζε οικογενειακά προβλήματα και από αυτό το ποσοστό οικογενειακό ιστορικό χρήσης είχε το 14,7%. Σαν κύρια πηγή εσόδων αναφέρθηκαν οι γονείς με ποσοστό 54,8% και το εντυπωσιακό 77,5% ανέφερε καθημερινή ή περιστασιακή χρήση στο στρατό.

Στο ερώτημα αν υπάρχουν τέλεια θεραπευτικά μοντέλα η απάντηση είναι σίγουρα αρνητική. Καμιά θεραπεία δεν είναι από μόνη της κατάλληλη για όλους. Υπάρχουν θεραπείες που αναπτύχθηκαν στο εξωτερικό αλλά δεν ευδοκίμησαν στην Ελλάδα γιατί απλά δεν τις προσάρμοσαν στις ανάγκες της ελληνικής πραγματικότητας. Επίσης, ένα άλλο σημείο που αξίζει να σταθούμε αφορά την ιδιαιτερότητα του κάθε χρήστη (προσωπικότητα, οικογενειακή κατάσταση, ατομικά χαρακτηριστικά, κοινωνικές συνθήκες διαβίωσης κ.α.), η οποία πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη για την επιλογή κάποιου προγράμματος. Τέλος, η διαθεσιμότητα όλων των αποδεδειγμένα επιστημονικών προγραμμάτων στους χρήστες και στις οικογένειες τους, θα βοηθήσει, σε συνεργασία βέβαια με τους ειδικούς επιστήμονες, να γίνει η σωστή επιλογή.

Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι θα αναφερθούμε επιγραμματικά σε ορισμένα θεραπευτικά μοντέλα όπως:

• Θεραπεία συντήρησης με αγωνιστές (μεθαδόνη)

• Θεραπεία με ανταγωνιστές (ναλτρεξόνη)

• Θεραπεία εξωτερικής βάσης χωρίς φάρμακα

• Μακροχρόνια θεραπεία εσωτερικής διαμονής χωρίς φάρμακα (κοινότητα)

• Βραχύχρονη θεραπεία διαμονής

Διαβάζοντας κανείς τα παραπάνω θα μπορούσε να πει πως και στην Ελλάδα έχουμε παρόμοια προγράμματα, γιατί τότε, παρά τις προσπάθειες της πολιτείας το φαινόμενο αυξάνεται;

Ένα από τα ουσιαστικότερα ίσως προβλήματα της Ελληνικής Πολιτείας ήταν τουλάχιστον μέχρι πρότινος η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού. Όταν αυτό ξεκίνησε να καταρτίζεται υπήρξε και υπάρχει αδυναμία και πολλές φορές απροθυμία συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων. Μέσα τώρα στα ίδια τα προγράμματα δεν έγινε ποτέ σωστή αξιολόγηση των στελεχών τους (πάντα σε σχέση με τη θεραπευτική τους επάρκεια και αποτελεσματικότητα). Αυτό συνέβη επειδή κάποια λειτουργούν διεκπεραιωτικά, εξ’ ου και η έμφαση σε προγράμματα συντήρησης του προβλήματος.

Πέρα τώρα από τα προβλήματα σχεδιασμού και υλοποίησης τέτοιων προγραμμάτων, υπήρξαν και αντικειμενικές δυσκολίες που εμφανίστηκαν ξεπερνώντας τους όποιους αρχικούς σχεδιασμούς. Πολύ μεγάλη συζήτηση έχει προκαλέσει η προσφορά και η εύκολη προσβασιμότητα σε αυτές τις ουσίες. Η γιγάντωση αυτή δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της ελλιπούς καταστολής, εξαρτάται άμεσα και από τον βαθμό ζήτησης αυτών των ουσιών, γεγονός που μας παραπέμπει σε αυτό που ονομάζεται πρωτογενή πρόληψη. Όταν η πρόληψη που γίνεται (αν γίνεται) στο σχολείο είναι φτωχή και αποπροσανατολισμένη από την καθημερινότητα των μαθητών, όταν η εγκατάλειψη του σχολείου μεγαλώνει με ανησυχητικούς ρυθμούς και νέες εξαρτητικές συμπεριφορές εμφανίζονται (κινητά τηλ., διαδίκτυο, βουλιμία), τότε το ζήτημα των ναρκωτικών πρέπει να αναβαθμιστεί σε μείζον κοινωνικό πρόβλημα .

Το τελευταίο ερώτημα που θέσαμε αφορούσε τους δείκτες που μετρούνται προκειμένου να αξιολογηθεί η πορεία του φαινομένου. Σίγουρα ο αριθμός των θανάτων αποτελεί ένα σημαντικό δείκτη, όχι πάντα αξιόπιστο, για το μέγεθος του φαινομένου. Ακολουθεί η περιβόητη λίστα αναμονής στα προγράμματα υποκατάστασης που και εδώ δεν εξηγείται γιατί δεν συμβαίνει το ίδιο σε άλλα προγράμματα όπως ναλτρεξόνης ή και τα λεγόμενα «στεγνά». Άλλοι δείκτες είναι η σχετιζόμενη με τις ψυχοτρόπες ουσίες παραβατικότητα, ο έλεγχος των λοιμώδη νοσημάτων, η μείωση της ζήτησης και της προσφοράς, καθώς και το κόστος της κάθε θεραπείας, σε σχέση με το αποτέλεσμα της .

Για να λέγεται όμως αξιόπιστη μια παρόμοια πολιτική για τα ναρκωτικά πρέπει να μετρούνται επιπλέον κάποια μεγέθη, όπως οι διαρροές από το σχολείο, οι παράπλευροι θάνατοι από ουσίες και αλκοόλ (τροχαία ατυχήματα), ο σκοτεινός αριθμός εγκληματικότητας που διαπράττεται λόγω χρήσης και κατάχρησης ψυχοτρόπων ουσιών, ο σκοτεινός αριθμός της ανεργίας και όπως προαναφέρθηκε το μέγεθος των εξαρτηρτικών συμπεριφορών που υπάρχουν (π.χ. τζόγος, κινητά τηλ.) ή αναπτύσσονται ταχύτατα, όπως η σχέση των νέων με το διαδίκτυο.

Δεν πρέπει ωστόσο να ξεχνάμε πως ο βαθμός πολιτισμού μιας κοινωνίας δεν μετριέται μόνο με δείκτες, μετριέται και από κακή λειτουργία των θεσμών, μετριέται και από τον σεβασμό της πολιτείας στους πολίτες, γιατί πολιτισμός δεν είναι μόνο το μέγαρο μουσική, πολιτισμός είναι και οι δρόμοι γύρω από την πλατεία Ομονοίας.

Μάνος ΚΟΥΚΙΔΗΣ,
Κοινωνιολόγος, Σύμβουλος Τοξικοεξάρτησης.

Δεν υπάρχουν σχόλια

Σχολιάστε